Εγκαυστική
Με τον όρο πορτραίτα Φαγιούμ εννοείται το σώμα των προσωπογραφιών που φιλοτεχνήθηκαν από τον 1ο έως τον 3ο αιώνα από συνεχιστές της ύστερης ελληνιστικής παράδοσης της Αλεξανδρινής Σχολής και διασώθηκαν ως τη σημερινή εποχή. Τα πορτραίτα ανακάλυψε και ανέφερε πρώτος ο Ιταλός περιηγητής Πιέτρο ντε λα Βάλλε (Pietro Della Valle) το 1615[2]. Αυτά τα νεκρικά πορτραίτα, προορισμένα για ταφική χρήση, πήραν το όνομά τους από την όαση Φαγιούμ, 85 χλμ νότια του Καΐρου, επειδή εκεί ανακαλύφθηκαν τυχαία τα πρώτα δείγματά τους.
Άριστα διατηρημένα εξαιτίας του ξηρού κλίματος της αιγυπτιακής ερήμου, τα πορτραίτα Φαγιούμ είναι ζωγραφισμένα είτε με την εγκαυστικήτεχνική ή με την τεχνική της τέμπερας. Οι τεχνικές αυτές προέρχονται από την αρχαιοελληνική ζωγραφική παράδοση, που συνεχίστηκε στις πρωτοχριστιανικές εγκαυστικές εικόνες που φυλάσσονται σήμερα στη μονή της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά.
Η εγκαυστική τεχνική χαρακτηρίζεται από το λιωμένο κερί που, με τη βοήθεια του «καυτηρίου», του πινέλου ή του «κέστρου», απλωνόταν πάνω στο ξύλο ή το πανί που έπρεπε να ζωγραφιστεί. Το κερί απλωνόταν ομοιόμορφα στη ζωγραφική επιφάνεια και πάνω του ο καλλιτέχνης εκτελούσε την παράσταση που επιθυμούσε. Στο έργο σε αρκετές περιπτώσεις και ανάλογα με την οικονομική επιφάνεια του νεκρού χρησιμοποιούνταν φύλλα χρυσού, με τα οποία αποδίδονταν διακοσμητικοί στέφανοι και κοσμήματα.
Ο τρόπος που ζωγράφιζαν τα Φαγιούμ: Κερί μέλισσας με σκόνες αγιογραφίας σε ξύλο